Πέμπτη 9 Μαΐου 2019

Διήμερο Επιμορφωτικό Σεμινάριο στην Ορθόδοξη Ακαδημία Κρήτης


«ΘΕΣΜΟΙ, ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ»
Διήμερο Επιμορφωτικό Σεμινάριο στην Ορθόδοξη Ακαδημία Κρήτης
Με πρωτοβουλία της Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης (ΟΑΚ), και φιλοξενία στο Συνεδριακό της Κέντρο στο Κολυμπάρι, ο Δήμος Πλατανιάς, η Πανελλήνια Ένωση Συμπράξεων Κοινωνικής Οικονομίας (Π.Ε.Σ.Κ.Ο.) συνδιοργανώνουν διήμερο Επιμορφωτικό Σεμινάριο, με θέμα «Θεσμοί, Εφαρμογές και Πολιτικές για την Κοινωνική Οικονομία», το οποίο πραγματοποιείται την Παρασκευή 8 και το Σάββατο 9 Μαρτίου 2019.
Στην ανακοίνωση αναφέρεται:
“Το Σεμινάριο είναι ανοικτό και απευθύνεται στις οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών, οικολογικές, πολιτιστικές, καταναλωτικές και ανθρωπιστικές ομάδες, στους Δήμους της περιοχής και τα στελέχη τους, που μπορούν να διαδραματίσουν σπουδαίο και αποφασιστικό ρόλο στην κινητοποίηση των πολιτών, καθώς διαθέτουν το Κοινωνικό Κεφάλαιο εμπιστοσύνης που χρειάζεται, ώστε να δημιουργηθούν νέοι τρόποι ανάπτυξης προς όφελος των τοπικών κοινωνιών.
Η ΟΑΚ, ως γνωστόν λειτουργεί ως «θρησκευτικό – κοινωφελές Καθίδρυμα με ιδιαίτερη συμβολή στην τοπική ανάπτυξη και ως εκ τούτου ζωντανό παράδειγμα Κοινωνικής Οικονομίας από την δεκαετία του 60, πολύ πριν αρχίσουμε να χρησιμοποιούμε τον όρο «Κοινωνική Αλληλέγγυα Οικονομία» στην Ελλάδα.
Υπό αυτή την έννοια έχει ιδιαίτερη σημασία που αναλαμβάνει μια παρόμοια πρωτοβουλία καθώς έχει πρωτοστατήσει και στο παρελθόν σε συλλογικές πρωτοβουλίες εκπαιδευτικά Σεμινάρια και στον συνεδριακό και εναλλακτικό τουρισμό, συμβάλλοντας ουσιαστικά στον τοπικό συνεργατισμό (συν-εργείν).

Σήμερα, οι συνθήκες επιβάλλουν μεγαλύτερη κινητοποίηση για τοπικές παραγωγικές πρωτοβουλίες και ενίσχυση της τοπικής κοινότητας και πολιτιστικής ταυτότητας στο θεσμικό πλαίσιο της Κοινωνικής Αλληλέγγυας Οικονομίας, για τη συγκρότηση Κοινωνικού Κεφαλαίου με «τοπικές κοινωνικές συμπράξεις» που είναι απαραίτητος όρος για να λειτουργήσει ο συνεργατισμός.
Στο Σεμινάριο αυτό εξετάζονται οι λόγοι για τους οποίους η κοινωνική οικονομία είναι αναγκαία συνθήκη για το μέλλον, οι αναγκαίες θεσμικές προϋποθέσεις, αλλά και οι αναγκαίοι όροι υλοποίησης δράσεων κοινωνικής επιχειρηματικότητας, καθώς και η μεταφορά της απαραίτητης τεχνογνωσία με τη διαδικασία διαλόγου.
Συνοπτικά η Κοινωνική Οικονομία είναι αναγκαία συνθήκη για το όλον της οικονομίας:
Για το ενεργειακό μέλλον και την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας.
Για την ενίσχυση της Απασχόλησης.
Για την Τοπική Ανάπτυξη και τους Δήμους.
Για τον πολιτισμό και τον εναλλακτικό τουρισμό.
Για την οικολογία και την ποιότητα ζωής.
Για την ενίσχυση του κοινωνικού μισθού (παροχές δωρεάν ή με ελάχιστο κόστος).
Για τον περιορισμό της κερδοσκοπίας και της διαφθοράς και τη βελτίωση των συστημάτων υγείας και την παιδεία.
Η Κοινωνική Οικονομία είναι αναγκαία συνθήκη για την αντιμετώπιση της καταστροφής κεφαλαίου και εργασίας, που είναι το κλειδί να κατανοήσουμε και να αντιμετωπίσουμε την παρατεταμένη οικονομική κρίση.
Δεν θα μιλήσουμε απλά για ορισμένα παραδείγματα μεμονωμένων κοινωνικών επιχειρήσεων και συνεταιρισμών. Διακόσια και πλέον χρόνια υπήρξαν πολλά επιτυχημένα όσο και αποτυχημένα παραδείγματα συνεταιρισμών-νησίδες σε ένα ωκεανό ιδιωτικών και ενίοτε κρατικών επιχειρήσεων. Δεν πρόκειται να μας φωτίσει αυτή η προσέγγιση εάν, δεν δούμε πίσω από την επί μέρους εικόνα την μεγάλη εικόνα της συμμετοχής της κοινωνίας στο συνεργατισμό σε μεγάλη κλίμακα.Το καλό παράδειγμα για την Κοινωνική Οικονομία είναι αυτό που ξεχωρίζει, αυτό που αγκαλιάζει και ενώνει την κοινότητα και τον κόσμο.
Θα αναφερθούμε σε τεχνικά και τεχνοκρατικά θέματα αλλά, το ουσιαστικό ζήτημα είναι οι πολιτικές για την Κοινωνική Οικονομία που υποστηρίζονται από τα κάτω, από την ίδια την κοινωνία. Κάτι πιο σοβαρό, πιο μεγάλο, πιο οικουμενικό συντελείται που κάνει την Κοινωνική Οικονομία αναγκαία συνθήκη.
Όταν έσκασε η φούσκα το 2008 και ένα χρόνο μετά νιώσαμε τις συνέπειες στην Ελλάδα, καταστράφηκε το μισό κεφάλαιο στη Χώρα, χάθηκε το ¼ των θέσεων εργασίας και πάνω από το 1/3 των μικρών επιχειρήσεων. Σήμερα μπορούμε να αντιληφθούμε ότι ακόμη κι εάν αντιμετωπιστεί μακροπρόθεσμα το δημοσιοοικονομικό έλλειμμα και η κρίση χρέους, ο οικονομικός αποκλεισμός και η ανεργία δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο από το Κράτος και την αγορά. Δεν μπορεί να καλυφθεί αυτό το κενό και να γίνει ανάκτηση στο χαμένο έδαφος, εφαρμόζοντας μόνο το κλασικό και νεοκλασικό μοντέλο της οικονομίας του Κράτους και της αγοράς.
Έτσι, μαζί με την κρίση καταστράφηκαν και οι ιδεολογικές βεβαιότητες του παρελθόντος. Πολλοί πλέον ακόμη και οικονομολόγοι παραδέχονται ότι η οικονομία ως «επιστήμη» κυριαρχείται από ιδεολογικά δόγματα που δεν ανταποκρίνονται στις σύγχρονες ανάγκες.
Από την άλλη πλευρά, η Κοινωνική Οικονομία έρχεται στο παγκόσμιο προσκήνιο ως πραγματιστικό φαινόμενο και εναλλακτική λύση, χωρίς όμως να ενθουσιάζει τις Κυβερνήσεις οι οποίες κατά κύριο λόγο ελέγχονται από τα λόμπι και τις οικονομικές ελίτ.
Οι πολιτικές για την Κοινωνική Οικονομία στη Χώρα μας είναι υποτυπώδεις.
Ο γενικός δείκτης της Κοινωνικής Οικονομίας συμπεριλαμβάνοντας όλους τους Συνεταιρισμούς, Ιδρύματα και Κοινωνικές Επιχειρήσεις είναι μόλις 1,8% όταν στην Ε.Ε. ο Μέσος Όρος είναι γύρω στο 10%. Αυτές οι συνθήκες προφανώς έχουν αρνητική επίπτωση και στην τοπική απασχόληση.
Ο προϋπολογισμός του Κράτους και κατ΄ επέκταση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης για επενδύσεις μ΄ αυτόν τον σκοπό είναι ασήμαντος.
Ενδεικτικά, για την Κοινωνική Οικονομία από το ΕΣΠΑ και το πακέτο Γιούγκερ των 35 δις πρόκειται να διατεθεί για επενδύσεις μόλις το 1/1000 των πόρων. Για παράδειγμα η πρόσφατη πρόσκληση για «Κέντρα Στήριξης» της Κοινωνικής Οικονομίας απέτυχε πλήρως, αφού εγκρίθηκαν μόλις 13 προτάσεις στις 89 που είχαν σχεδιαστεί. Με αυτές τις προϋποθέσεις είναι αδύνατον βέβαια, να έχουμε θετικές εξελίξεις στην τρέχουσα προγραμματική περίοδο στην Κοινωνική Οικονομία. Ταυτόχρονα η Τοπική Αυτοδιοίκηση απουσιάζει από τον σχεδιασμό, τη χρηματοδότηση και τη χάραξη της πολιτικής για την Κοινωνική Οικονομία, όπως απουσιάζει και το σύνολο των φορέων του χώρου από το σχεδιασμό ως θεσμικός κοινωνικός εταίρος.
Για την υστέρηση της Κοινωνικής Οικονομίας στην Ελλάδα ασφαλώς υπάρχει εξήγηση. Απουσιάζει το ιστορικό υποκείμενο το οποίο που μπορεί να εκφράζεται στο επίπεδο της πολιτικής και της τοπικής εξουσίας. Το κοινωνικό υποκείμενο των οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών, των καταναλωτικών οργανώσεων και των συνεταιρισμών ως ενότητα.
Αυτό είναι το κρίσιμο θέμα που πρέπει να εξετάσουμε για να δούμε τι συμβαίνει με τις υποκειμενικές δυνάμεις της κοινωνικής οικονομίας και την οργανωτική τους κουλτούρα και τη χαμηλή τους επιρροή στο πολιτικό σύστημα.
Δεν είναι αρκετό όταν μιλάμε για την Κοινωνική Οικονομία και να περιοριζόμαστε στα μοντέλα και στους νόμους για τις κοινωνικές επιχειρήσεις, αλλά να εξετάζουμε ταυτόχρονα το περιβάλλον και τους θεσμούς στήριξης της κοινωνικής οικονομίας.
Η ειδοποιός διαφορά μεταξύ μιας ιδιωτικής από μια κοινωνική επιχείρηση είναι το υποκείμενο της επιχειρηματικότητας. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε άτομα στη δεύτερη συλλογικότητες. Γι΄ αυτό επισημαίνουμε ότι οι κοινωνικές επιχειρήσεις χρειάζονται το κατάλληλο περιβάλλον τους το «οικοσύστημα» για να συγκροτήσουν κοινωνικό κεφάλαιο και να προοδεύσουν. Οι κοινότητες εν τέλει είναι εκείνες που διαμορφώνουν τις προϋποθέσεις για την κοινωνική Αλληλέγγυα Οικονομία.
ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΣΥΝΘΗΚΗ ΓΙΑ ΤΟ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΟ ΜΕΛΛΟΝ
Η Κοινωνική Οικονομία είναι αναγκαία συνθήκη για το ενεργειακό μέλλον, γιατί μόνο με αυτό τον τρόπο μπορεί να εξασφαλιστεί ένα βιώσιμο ενεργειακό σύστημα για όλες τις κοινωνικές ομάδες χωρίς αποκλεισμούς και ενεργειακή φτώχεια.
Ξεκινώντας το νοητικό ταξίδι από την Προμηθεϊκή φωτιά, φθάνοντας τον ηλεκτρομαγνητισμό και τις άπειρες δορυφορικές ραδιοσυχνότητες στα κινητά μας.
Η «Ενέργεια» σε όλες τις μορφές της είναι πηγή ζωής με προέλευση το ζωοδότη Ήλιο. Ενέργεια είναι η τροφή και η κάθε κίνηση, η ενέργεια και η γνώση.
Ο Αϊνστάιν, στο επίπεδο της φυσικής με τη γνωστή του εξίσωση Ε=mc2, απέδειξε ότι τα πάντα είναι ενέργεια. Αντίστοιχα και στο επίπεδο της οικονομίας η ενέργεια καθορίζει κάθε ανάπτυξη. Οι Νέες Τεχνολογίες και οι μορφές ενέργειας επέδρασαν καθοριστικά σε όλες τις φάσεις της πρώτης, της δεύτερης και της τρίτης βιομηχανικής επανάστασης. Ειδικότερα στην περίοδο της 2ης βιομηχανικής επανάστασης η οποία καθορίστηκε από τα ορυκτά καύσιμα, η συγκέντρωση της ενέργειας στα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα έδωσε τεράστια ώθηση στην παραγωγή, αλλά στο τέλος προκάλεσε πολλές ανισορροπίες όχι μόνο στην οικολογία, αλλά και στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Τεράστια συγκέντρωση πλούτου από την μια μεριά και από την άλλη διόγκωση της παγκόσμιας φτώχειας. Στη Τρίτη βιομηχανική επανάσταση που διανύουμε σήμερα με τη δυνατότητα άντλησης απευθείας ενέργειας από τον Ήλιο και άλλες Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, δημιουργούνται οι συνθήκες για την κατανεμημένη ενέργεια και το δημοκρατικό διαμοιρασμό της.
Από την άλλη πλευρά για πρώτη φορά στην ιστορία οι μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες (πετρελαϊκές) γίνονται τροχοπέδη στην εξάπλωση των Νέων Τεχνολογιών του διαμοιρασμού της ενέργειας και της γνώσης, με προφανή στόχο να μη χάσουν τα κέρδη τους από μια νέα βιομηχανία της ενέργειας που ελαχιστοποιεί το κόστος. Επομένως γεννάται ένα ζήτημα οι τοπικές κοινωνίες να υπερασπιστούν το κοινωνικό όφελος έναντι εκείνων που εμποδίζουν τη διάχυση στις τεχνολογικές καινοτομίες και την κατανεμημένη ενέργεια.
Με ποιο τρόπο οι τοπικές κοινωνίες θα πάρουν αυτή την υπόθεση στα χέρια τους; Η απάντηση είναι δημιουργώντας ενεργειακές κοινότητες αυτόνομης παραγωγής και διαμοιρασμού της ενέργειας. Περνάμε σε μια εποχή όπου γίνεται εφικτή η οριζόντια διαχείριση της ενέργειας και παραγωγή-κατανάλωση από τους ίδιους τους καταναλωτές οι οποίοι μπορούν να είναι μέτοχοι, παραγωγοί και καταναλωτές, οργανώνοντας ενεργειακούς και καταναλωτικούς συνεταιρισμούς.
Θεσμικά ο νέος Νόμος 4513 ΦΕΚ α’ 9/23.01.2018 για τις «ενεργειακές κοινότητες» και ενεργειακούς συνεταιρισμούς στη Χώρα μας ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο προς αυτή την κατεύθυνση αλλά είμαστε εντελώς στην αρχή.
Με βάσει το νέο θεσμό που αναφέρεται στις ενεργειακές κοινότητες μπορούν να εξασφαλίσει δωρεάν ενέργεια στους Δήμους και ταυτόχρονα την πρακτική εμπειρία να οργανωθούν στο συνεργατικό μοντέλο και την κοινωνική οικονομία σε μια σειρά από τομείς τοπικής Ανάπτυξης.
Πρακτικά μια σχετική επένδυση μπορεί να εξασφαλίσει ενεργειακή αυτάρκεια σε δημοτικά κτίρια και σχολεία, αλλά να γίνει και ζωντανό παράδειγμα ώστε να οργανωθούν οι δημότες στη συνεργατική παραγωγή ενέργειας, να εξοικονομήσουν σημαντικούς πόρους για κάθε νοικοκυριό.
Οι οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών, οικολογικές, πολιτιστικές, καταναλωτικές και ανθρωπιστικές μπορούν να παίξουν σπουδαίο και αποφασιστικό ρόλο στην κινητοποίηση των πολιτών καθώς διαθέτουν το ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ εμπιστοσύνης που χρειάζεται ώστε να δημιουργηθούν αστικοί Συνεταιρισμοί ενέργειας όπως προβλέπει ο νέος νόμος.
Στους Συνεταιρισμούς αυτούς μπορούν να συμμετέχουν από κοινού ή και ξεχωριστά οι Δήμοι, τα νομικά τους πρόσωπα και οι δημότες.
Η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών μπορεί να γίνει σε στέγες αλλά και φωτοβολταϊκά πάρκα.
Από πληροφορίες που συγκεντρώσαμε η επένδυση για κάθε νοικοκυριό κυμαίνεται σε 2.000 με 3.000€ και το όφελος απόδοσης γύρω στο 15% το χρόνο. Άρα η απόσβεση του κεφαλαίου γίνεται σε λιγότερο από 5 χρόνια.
ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΣΥΝΘΗΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗ
ΤΩΝ ΜΙΚΡΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ
Η θεσμοθέτηση της Κοινωνικής Οικονομίας είναι αναγκαία συνθήκη για τη δημιουργία νέων Κοινωνικών επιχειρήσεων, τη δημιουργία συμπράξεων μεταξύ των πολύ μικρών επιχειρήσεων, εκεί που αυτές αδυνατούν να επιβιώσουν από τον ανταγωνισμό.
Είναι αναγκαία συνθήκη οι συλλογικές πρωτοβουλίες ώστε να αποτραπεί ο κοινωνικός και οικονομικός αποκλεισμός.
Για δύο και πλέον αιώνες γνωρίζουμε ότι η βιομηχανική Ανάπτυξη χρειάζεται εκτός της απαραίτητης τεχνογνωσίας Κεφάλαιο, εργαζόμενους και καταναλωτές.
Και οι τρεις αυτοί συντελεστές βρίσκονται σε άμεση αλληλεπίδραση μεταξύ τους με συνέπεια, όταν περιορίζεται ο ένας συντελεστής, αναγκαστικά μακροοικονομικά να περιορίζονται και οι άλλοι και τελικά η ίδια η ανάπτυξη.
Τελευταία γίνεται φανερό πλέον ότι, η ανάγκη για εργαζόμενους στις μεγάλες επιχειρήσεις μειώνεται παράλληλα με την ανάπτυξη της ρομποτοποίησης και της αυτοματοποίησης πολλών υπηρεσιών στις μεγάλες επιχειρήσεις και το Κράτος με τη διαδικασία του self serves.
Την ίδια στιγμή επίσης οι μικρές επιχειρήσεις πιεζόμενες από τον τεχνολογικό ανταγωνισμό αναγκάζονται κι αυτές να μειώσουν το υπαλληλικό προσωπικό.
Η μείωση αυτή κατ΄ ανάγκη μειώνει και το εισόδημα πολλών καταναλωτών, προκαλώντας με την κλασική έννοια ένα φαύλο κύκλο περιορισμού των συναλλαγών, την ώρα ακριβώς που αυξάνονται οι τεχνολογικές δυνατότητες για την αύξηση της παραγωγικότητας.
Έτσι, πολλοί ανθρώπινοι πόροι μένουν ανενεργοί και αχρηστεύονται προκαλώντας ένα διευρυνόμενο οικονομικό και κοινωνικό αποκλεισμό.
Το ερώτημα είναι τι θα γίνει με το πλεονάζον ανθρώπινο δυναμικό, όταν ούτε το Κράτος, ούτε η αγορά μπορούν να απορροφήσουν; Ποιος θα προωθήσει τις τεχνολογικές και θεσμικές καινοτομίες;
Υπό αυτές τις συνθήκες η Κοινωνική Οικονομία έρχεται να καλύψει το κενό με τη δημιουργία κοινωνικών επιχειρήσεων με τους συνεταιρισμούς και τις μη κερδοσκοπικές επιχειρήσεις. Σε κάθε περίπτωση, λόγω αυτοματισμού της τεχνολογίας και των περικοπών των θέσεων εργασίας στη βιομηχανία και τις υπηρεσίες, το αντίδοτο είναι η άνοδος του κοινωνικού μισθού μέσω της κοινωνικής οικονομίας είναι η μόνη ρεαλιστική λύση σε μια φθίνουσα εποχή της ζήτησης της μισθωτής εργασίας.
Το πλεονέκτημά της είναι ο συντονισμός και η συνένωση δυνάμεων στο πεδίο της γνώσης αλλά και της συγκρότησης του Κοινωνικού Κεφαλαίου.
Οι δυσκολίες εντοπίζονται στην κουλτούρα της συνεργασίας και γι΄ αυτό χρειάζεται η κοινωνική στήριξη στα εγχειρήματα αυτά.
ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΣΥΝΘΗΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΗΜΟΥΣ
Στο χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης είναι γνωστό ότι μετά την κρίση μειώθηκε η χρηματοδότηση στο 40% του προϋπολογισμού που υπήρχε πριν από την κρίση. Δεδομένου των ανελαστικών υποχρεώσεων της λειτουργίας και της μισθοδοσίας οι περικοπές έγιναν κυρίως στα αναπτυξιακά έργα. Πολλές υποδομές, κτίρια και δημόσιοι χώροι μένουν ανενεργοί.
Αυτοί οι ανενεργοί υλικοί πόροι του δημοσίου θα μπορούσαν να ενεργοποιηθούν με τις δομές κοινωνικών συμπράξεων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης με κοινωνικές επιχειρήσεις και να αποδώσουν εισόδημα και υπηρεσίες. Δεδομένου μάλιστα ότι, οι υφιστάμενες υλικές και ανθρώπινες υποδομές είναι αδύνατο να αξιοποιηθούν με την περεταίρω διεύρυνση της μισθωτής εργασίας στο δημόσιο και τους Δήμους, είναι αναγκαίες οι συνέργειες με τις κοινωνικές επιχειρήσεις ως μόνη εναλλακτική συνθήκη στην παραγωγική ανασυγκρότηση και απασχόληση. Κι αυτό οφείλεται στη δυνατότητα της κοινωνικής επιχειρηματικότητας να στηρίζεται στο Κοινωνικό Συνεργατικό Κεφάλαιο κάθε περιοχής, στις επενδύσεις και στις συγχρηματοδοτήσεις από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το ΕΣΠΑ, με το πλεονέκτημα της κοινωνικής συμμετοχής που συγκροτεί το κοινωνικό κεφάλαιο. Για παράδειγμα οι επιδοτήσεις ανεργίας μπορούν σε μεγάλο βαθμό να γίνουν επιδοτήσεις σε κοινωνικές επιχειρήσεις.
ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΣΗ ΑΝΕΝΕΡΓΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Συγκεκριμένα η Τοπική Αυτοδιοίκηση έχει το πλεονέκτημα να διαθέτει ανενεργούς πόρους, σε κτίρια και αγροκτήματα, σχολάζουσες γαίες, δασικές εκτάσεις, πάγιο εξοπλισμό και κτιριακές εγκαταστάσεις. Για τον σκοπό αυτό χρειάζεται σχέδιο και ένα μεταβατικό πρόγραμμα της Κοινωνικής Οικονομίας, στο επίπεδο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης μπορεί να ξεκινήσει από ένα μοντέλο καταγραφής διαθέσιμων κυρίως ανενεργών πόρων, καταγραφής αναγκών και διαθέσιμων ανθρώπινων πόρων και κοινωνικών επιχειρήσεων σε κάθε περιοχή ώστε να μπορούν οι φορείς Κοινωνικής Οικονομίας να αναλάβουν δράση.
Επιπλέον για αυτή την υπόθεση οφείλεται η προώθηση της δημόσιας διαβούλευσης ως απαραίτητη προϋπόθεση για να δημιουργηθούν «Τοπικές Κοινωνικές Συμπράξεις» με την Τοπική Αυτοδιοίκηση, με στόχο τη βέλτιστη αξιοποίησης των διαθέσιμων πόρων, διασφαλίζοντας την κοινωνική συναίνεση και ταυτόχρονα ένα αξιοκρατικό σύστημα της Κοινωνικής Οικονομίας.
Στρατηγικοί στόχοι αυτής της πολιτικής για την Κοινωνική Οικονομία είναι αφενός η ενίσχυση των Κοινωνικών υπηρεσιών των Δήμων και αφετέρου η ενίσχυση με εναλλακτικά μέσα των κοινωνικών υπηρεσιών της Τοπικής Απασχόλησης.
Το μεταβατικό πρόγραμμα με αιχμή τις «Τοπικές Κοινωνικές Συμπράξεις» είναι η προαπαιτούμενη διαδικασία για να αναπτυχθεί το λεγόμενο «οικοσύστημα» της Κοινωνικής Οικονομίας.
Η προτεινόμενη καταγραφή μπορεί να λειτουργήσει ως διαγνωστικό εργαλείο αναγκών των Δημοτικών Συμβουλίων των Δήμων και άλλων τοπικών φορέων για την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της περιοχής.
Αποβλέπει στη βελτίωση της εικόνας της περιοχής, μέσα από την ανάδειξη διαθέσιμων πόρων, που παρουσιάζουν ενδιαφέρον, ώστε να αυξηθεί το συμπληρωματικό εισόδημα και να ανακοπεί η μετανάστευση των κατοίκων με στόχο την ήπια και αειφόρο ανάπτυξη στην ευρύτερη περιοχή και με κατεύθυνση τα ποιοτικά τοπικά προϊόντα.
Συνίσταται επίσης για τον συντονισμό και την κινητοποίηση των ανθρώπινων πόρων, προσφέροντας τη δυνατότητα να πυροδοτήσει το ενδιαφέρον του δραστήριου νεανικού δυναμικού και των τοπικών κοινωνιών στο σύνολό τους, για την εισαγωγή νέων πρωτότυπων στοιχείων στα τοπικά πολιτιστικά δρώμενα με αποτέλεσμα να συσφίξει τους κοινωνικούς δεσμούς και τα κοινωνικά δίκτυα.
Κάθε Δήμος σε μια σύγχρονη κοινωνία έχει το δικό του μερίδιο ευθύνης στην ενίσχυση του κοινωνικού μισθού, σε αγαθά και υπηρεσίες και οι πολίτες έχουν αρχίσει να αντιλαμβάνονται αυτή την ευθύνη για εκείνους που βγαίνουν μπροστά να τον εκπροσωπήσουν.
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΣΜΟΥ
Η Εκκλησία ως χώρος, έχει τη μεγαλύτερη και την πλουσιότερη παράδοση του κοινοτισμού που είναι η προϋπόθεση της αλληλεγγύης και της κοινωνικής εμπιστοσύνης στο δύσκολο έργο του συνεργατισμού. Ξεκίνησε και λειτούργησε μέσα στους αιώνες μέσα από τις κοινότητες.
Γι΄ αυτό, όπου έχει μπει μπροστά, φορείς της Εκκλησίας έχουμε τα καλύτερα και μαζικότερα παραδείγματα κοινωνικής οικονομίας σε πολλές Χώρες
Το μήνυμα της αλληλεγγύης και της ενότητας της κοινότητας που την χαρακτηρίζει ταιριάζει με το πρότυπο του συνεργατισμού και της αλληλεγγύης που είναι αναγκαίος όρος για τις εφαρμογές της Κοινωνικής Οικονομίας.
ΑΓΡΟΔΙΑΤΡΟΦΗ –ΠΑΡΑΓΩΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ- ΧΩΡΙΣ ΜΕΣΑΖΟΝΤΕΣ
Στη νέα εποχή της αποξένωσης από όλο και μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού και της φθίνουσας ζήτησης στην αγορά εργασίας, από την παραγωγή, το μέλλον της βιωσιμότητας των οικονομιών, θα εξαρτηθεί από το «αντίδοτο» της παραγωκατανάλωσης.
Αναφερόμαστε στο μοντέλο της κοινωνικά υποστηριζόμενης Γεωργίας και τους καταναλωτικούς συνεταιρισμούς χωρίς μεσάζοντες.
Το μοντέλο συνεταιρισμών που υπήρξε μέχρι τώρα ήταν κυρίως συνεργασία των παραγωγών μεταξύ τους. Το νέο μοντέλο προβλέπει συνεργασία μεταξύ παραγωγών και καταναλωτών.
Οι απευθείας συναλλαγές μεταξύ παραγωγών–καταναλωτών δεν είναι μόνο μια σχέση που έρχεται από το προβιομηχανικό παρελθόν, αλλά πρόκειται να σημαδέψει και το μέλλον.
Ο μεμονωμένος Πολίτης και καταναλωτής χωρίς προνομιούχο θέση στο συγκεντρωτικό σύστημα είναι πολύ ευάλωτος και δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες του από το Κράτος Πρόνοιας που κι αυτό περιορίζει τους διαθέσιμους πόρους.
Η ρεαλιστική ελπίδα είναι η οριζόντια αυτοοργάνωση της κοινωνίας με στόχο τη συμμετοχή στην παραγωγική διαδικασία και τη μείωση του κόστους των συναλλαγών που είναι αξίωμα της Κοινωνικής Οικονομίας. Έτσι στο βαθμό που η ρομποτική και η αυτοματοποίηση εξαφανίζει μεγάλα κομμάτια της μισθωτής εργασίας, από την άλλη πλευρά έχουμε τις Νέες Τεχνολογίες στην ενέργεια και την επικοινωνία που διευκολύνουν την οριζόντια συνεργασία και την αποκεντρωμένη παραγωγή και την τοπική αυτάρκεια.
Με αυτό πνεύμα και πρωταγωνιστές τις Ομοσπονδίες Συλλόγων, τις ενώσεις Παραγωγών–Καταναλωτών η εναλλακτική πρόταση είναι τα δίκτυα συνεργασίας στη διακίνηση προϊόντων, χωρίς μεσάζοντες αλλά και στην ψυχαγωγία και τον πολιτισμό χωρίς Μεσάζοντες.
Αγορά τοπικών προϊόντων απευθείας από το παραγωγό
Αγορά προϊόντων από Κοινωνικές επιχειρήσεις και συνεταιρισμούς
Στόχος η δημιουργία μια μεγάλης ηλεκτρονικής αγοράς άμεσης απόδοσης, με μακροπρόθεσμο στόχο μια διαρκή έκθεση τοπικών προϊόντων στα αστικά κέντρα.
ΓΙΑ ΤΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΥΓΕΙΑΣ
Το 2010 αποκαλύφθηκε στη Χώρα μας ότι ένα μεγάλο μέρος της συνολικής φαρμακευτικής δαπάνης γινόταν σπατάλη από το όλο σύστημα του φαρμάκου ή εξυπηρετούσε τη διαφθορά. Συχνά πυκνά μαθαίνουμε από τα μέσα επικοινωνίας τις απαράδεκτες ελλείψεις σε θέματα περίθαλψης αλλά και φαινόμενα κερδοσκοπίας στο χώρο της υγείας. Όλα αυτά τα γεγονότα φανερώνουν ότι το κρατικό σύστημα υγείας αλλά και η ελεύθερη αγορά δεν μπορούν να καλύψουν πλήρως τις ανάγκες του πληθυσμού και ιδιαίτερα τις πιο αδύναμες ομάδες της κοινωνίας. Από αυτά τα δεδομένα ξεπηδάει η ανάγκη για την Κοινωνική Οικονομία στο τομέα υγείας που φυσικά δεν είναι μόνο τα κοινωνικά ιατρεία που δημιουργούνται, αλλά ένας ολόκληρος χώρος με προληπτικές δομές υγείας και αλληλοασφαλιστικά ταμεία. Μια προϋπόθεση για να αναπτυχθεί ο τρίτος τομέας στην υγεία είναι να παραχωρηθούν δημόσια κτίρια και υποδομές που δεν λειτουργούν σε αντίστοιχες κοινωνικές επιχειρήσεις.
ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΟ ΤΟΥΡΙΣΜΟ
Η Κοινωνική Οικονομία είναι αναγκαία συνθήκη για τον πολιτισμό και τον εναλλακτικό τουρισμό, γιατί μέσα από αυτή τη σχέση μπορεί να αξιοποιηθεί το κοινωνικό κεφάλαιο και η συλλογική δημιουργία της κοινότητας. Το περιβάλλον της κοινότητας είναι που λειτουργεί ως οικοσύστημα του τοπικού πολιτισμού.
Κι αυτό το περιβάλλον είναι που διαταράχθηκε και εν πολλοίς απαλλοτριώθηκε από το μεγάλο κύμα της εσωτερικής και της εξωτερικής μετανάστευσης. Αλλά και από την κυριαρχία του βιομηχανικού έναντι του τοπικού πολιτισμού. Αυτό είχε ως συνέπεια, όχι μόνο την αδρανοποίηση της τοπικής κοινότητας, αλλά και το μαρασμό της υπαίθρου και την αδρανοποίηση των πολιτιστικών πόρων της παράδοσης. Σήμερα οι Νέες Τεχνολογίες και το διαδίκτυο ευνοούν την οριζόντια οργάνωση και τη δικτύωση και την τοπικότητα.
Ωστόσο, ο τοπικός Πολιτισμός και η κοινότητα είναι ακόμη ζητούμενο για να παραμείνουν οι νέοι στον τόπο τους. Ταυτόχρονα ο τοπικός Πολιτισμός είναι πάνω στο οποίο μπορεί να στηριχθεί ο εναλλακτικός τουρισμός-αγροτουρισμός-οικοτουρισμός. Τα στοιχεία της παράδοσης και το περιβάλλον της προβιομηχανικής εποχής είναι εκείνα που προσελκύουν περισσότερο τον επισκέπτη σε μια περιοχή και αυτά τα στοιχεία συλλογικής δημιουργίας και κουλτούρας.
Σε αντίθεση μάλιστα με τον βιομηχανικό τυποποιημένο πολιτισμό που κυριαρχεί στην αγορά, αυτά τα στοιχεία σήμερα δεν μπορεί να είναι λειτουργικά χωρίς την τοπική πολιτιστική δραστηριότητα των τοπικών κοινοτήτων.
Ασφαλώς η φολκλορική χρήση της παράδοσης που προβάλλεται για τουριστικούς λόγους δεν μπορεί να υποκαταστήσει το κενό της κοινότητας που δημιουργεί πολιτιστικά.
Η ανάγκη μετασχηματισμού των πόρων της πολιτιστικής αγροτικής κληρονομιάς σε λειτουργικό σύγχρονο πολιτιστικό προϊόν, για να βιωθεί και να αναπαραχθεί ως κοινωνική εμπειρία χρειάζεται συλλογική εθελοντική αφύπνιση και δράση μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα για να υπάρξει. Είναι ανάγκη οι τοπικές συλλογικότητες να συμπράξουν για την αναγέννηση της κοινότητας και του τοπικού λαϊκού πολιτισμού.
Να αυτοδιαχειριστούν τις κοινωνικές εκδηλώσεις, τα πανηγύρια τους, τις γιορτές τους και την ψυχαγωγία τους χωρίς μεσάζοντες.
Αυτά που θαυμάζουν οι τουρίστες ως μέρος της πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς ενός τόπου δεν φτιάχτηκαν με προορισμό τους τουρίστες. Η αρχιτεκτονική και φυσική κληρονομιά, κάστρα, μοναστήρια, έργα τέχνης, δημοτική μουσική, χοροί κ.τλ. έγιναν για τις ανάγκες των κατοίκων τις αισθητικές τους αξίες ανά τους αιώνες και με αυτό το σκεπτικό πρέπει να αντιμετωπιστεί και η δημιουργία της σύγχρονης πολιτιστικής ταυτότητας του τόπου. Ως συνολικό και συλλογικό έργο που να αφορά πρώτιστα την τοπική κοινωνία.
Συνοψίζοντας τους αναγκαίους όρους, οι Νέες Τεχνολογίες και το διαδίκτυο ευνοούν την ανάπτυξη της Κοινωνικής της Οικονομίας.
Οι προβλέψεις για την Κοινωνική Οικονομία είναι ότι μπορεί εκτιναχθεί στο ένα 1/3 του συνόλου της οικονομίας τα επόμενα 20-30 χρόνια. Κι αυτό θα συμβεί κατά ανάγκη υπό δύο προϋποθέσεις. Πρώτον, όταν το κόστος της ενέργειας, της παραγωγής και των επικοινωνιών συνεχίσει να μειώνεται στο ελάχιστο. Όταν το διαδίκτυο επικοινωνίας και το διαδίκτυο των πραγμάτων επιδράσει ακόμη πιο καταλυτικά σε μια σειρά βιομηχανίες όπως έχει επιδράσει σήμερα στις μουσική βιομηχανία, π.χ. στη βιομηχανία της εκπαίδευσης, της υγείας, στις τράπεζες και τόσους άλλους τομείς. Και δεύτερον, όταν κατανοήσουν όλες οι συλλογικές οργανώσεις της κοινωνίας τον ρόλο του συλλογικού υποκειμένου της επιχειρηματικότητας σε όλους τους τομείς που προαναφέραμε μέχρι τις τράπεζες και τα αλληλοασφαλιστικά ταμεία.
Η Κοινωνική Οικονομία πλέον δεν είναι μια εφικτή ουτοπία μεμονωμένων παραδειγμάτων. Το δυναμικό της γνώρισμα είναι ότι συνδυάζει το ΔΕΟΝ με το ΑΝΑΓΚΑΙΟ και το ΕΦΙΚΤΟ.
Το ΔΕΟΝ είναι η επάρκεια των αγαθών εν Ειρήνη, η μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων, η οικολογία και η προστασία της βιόσφαιρας .
Το ΑΝΑΓΚΑΙΟ είναι η κοινωνικοποίηση της τεχνολογίας στο τομέα της ενέργειας αξιοποιώντας την αστείρευτη αφθονία του Ήλιου με ένα διαδίκτυο της ενέργειας.
Η κοινωνικοποίηση της γνώσης και των βασικών αγαθών επιβίωσης.
Αναγκαία επίσης η εναλλακτική διαδικασία της εργασίας απέναντι στη βαθμιαία συρρίκνωση της μισθωτής εργασίας, λόγω υπεραυτοματοποίησης της τεχνολογίας.
Αναγκαία η πρόσβαση στα αγαθά της αγροδιατροφής χωρίς μεσάζοντες.
Το ΕΦΙΚΤΟ είναι πλέον η διάχυση για την κοινωνικοποίηση της γνώσης και η διεύρυνση του κοινόκτητου χώρου μέσα από το διαδίκτυο.
Εφικτός ο διαμοιρασμός της τεχνογνωσίας της κουλτούρας και του πολιτισμού.
Τέλος είναι εφικτός εν γένει ο στόχος μέσα σε λίγα χρόνια η Κοινωνική Οικονομία να αγγίξει το 1/3 του συνόλου της Οικονομίας και να την απαλλάξει από μορφές κοινωνικής βαρβαρότητας”.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου